Υπότιτλος: Τα δύο θαυμαστικά.
Το πλήθος θαυμαστικών που θα χρησιμοποιήσεις σε μια φράση δεν υποδηλώνει μόνο το ύφος των λεγόμενών σου αλλά & τη διάθεσή σου, ακόμα & τον ίδιο τον χαρακτήρα σου. Θα μου πεις πώς εξηγείται αυτό.. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Αν το μελετήσεις διεξοδικά, καταλήγεις -χωρίς υπερβολές- στα εξής:
Το ένα δείχνει σταθερότητα.
Έκπληξη & χαρά μεν, αλλά σιγουριά. Όταν γράφεις: «Σε σκέφτομαι!» ή «Τώρα!» δεν αμφιβάλλεις γι'αυτό που λες, το εννοείς. Μεχρι & το «Μάλλον!» με ένα θαυμαστικό είναι πιο αυστηρά περιχαρακωμένο από ένα απλό «Μάλλον». Ένα θαυμαστικό ισοδυναμεί με μια τελεία & παύλα, σαφώς χωρίς να χάνει τον εύθυμο ή φωναχτό τόνο του. Το «μάλλον!» σου, το καθιστά τόσο αβέβαιο αυτό το ένα του θαυμαστικό που γίνεται ακόμα πιο σίγουρη η αβεβαιότητά του.
Τα τρία είναι ο σοβαρός ενθουσιασμός.
Τα τρία θαυμαστικά, παρ'ότι μονά σε αριθμό είναι εξίσου σταθερά με το ένα, με τη διαφορά ότι δίνουν περισσότερο στόμφο στη φράση σου. Σύγκρινε: «Επιτέλους!» & «Επιτέλους!!!». Λίγο πιο έντονη & παιχνιδιάρικη διάθεση, αλλά δεν παύουν να υποδηλώνουν ότι στέκεσαι στο ύψος της περίστασης & δεν ξεφεύγεις. Ενθουσιάζεσαι εμφανώς αλλά με σοβαρό τρόπο.
Τα αμέτρητα που ξεπερνούν τη μία σειρά, βλ. «Έλεος πια!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!» ή «Αχαχαχαχαχαχα!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!»
Αυτό που με κάνει να μην ξέρω πώς να σκεφτώ να αντιδράσω ή να απαντήσω είναι το ενδιάμεσο των παραπάνω περιπτώσεων. Εκείνα τα δύο θαυμαστικά. Δεν είναι ούτε ένα ούτε πολλά. Αυτό με αφήνει λίγο μετέωρη όταν το βλέπω. Σου λέει τώρα: ενθουσιάστηκε; χάρηκε; όντως τώρα το εννοεί; Είναι μια μισοτελειωμένη στίξη τα δύο θαυμαστικά. Κι εγώ δεν τα μπορώ τα μισοτελειωμένα πράγματα καλό μου, είναι σαν φαγητό χωρίς μαχαιροπίρουνο: ωραίο στην όψη αλλά άντε να το φας.
Το ίδιο και οι δύο τελείες ως αποσιωπητικά. Τελείωσες τη φράση σου; βάλε τελεία. Θες να πεις κι άλλα παιδί μου; υποννοείς περισσότερα; έστω: βάλε τρεις τελείες.
Αλλά όταν μου κοπανάς στο τέλος δυο τελίτσες που να σε πάρει η ευχή με μπερδεύεις. Δεν ξέρω η δόλια ούτε τι να σκεφτώ ούτε τι να πω ούτε πώς να σου φερθώ. Τι θες, επιτέλους, εξήγησέ μου! Που μέχρι & με σήματα μορς, βρε κατάντια του chatroom, πιο κατανοητός θα ήσουν! Βάλε ένα ή πολλά, αλλά να χαρείς όχι δύο, με σκοτώνεις. Δε σου ζητώ να με λυπηθείς, γιατί έχει κι ο έρωτας τα οριά του. Μα μίλα σαν άνθρωπος!
Εν ολίγοις, ολοκλήρωσε τη φράση σου, δε σου κόψανε τα δάχτυλα. Αυτή η ημιτελής σου κουβέντα με κάνει να τρελαίνομαι. Βάλε άλλη μία τελεία, τι σου ζητήσαμε στο κάτω κάτω, τζάμπα είναι που να πάρει. Προτιμότερο το άστικτο βρε αδερφέ παρά τα μισοτελειωμένα «που να φας φέσι ένα κι ένα».