Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Παραμονή Πρωτοχρονιάς 2012 -- περιέχει τοποθέτηση προϊόντος

Σε λίγο δύει ο ήλιος και κλείνουν τα μαγαζιά που έμειναν ανοιχτά μέχρι τελευταία στιγμή, για να προλάβει ο κόσμος βιαστικά να ψωνίσει τα φαγητά για το τραπέζι και τα τελευταία δώρα. Ίσα που μπορούσα να πάρω τα πόδια μου -αυγά (με τ'αυγά μανταλωμένα), φαρίνα Γιώτης για τη βασιλόπιτα (πάντα τελευταία στιγμή θα τη φουρνίσει η μάνα), σέλινο (3 κιλά, έτσι πάει με το χοιρινό), τυρί φέτα, μήλα, μανταρίνια..
Κι εκεί που με δυσκολία περπατάς, και μετανιώνεις για την γυμναστική που είπες να κάνεις αντί να πας με τ'αμάξι στο Βασιλόπουλο, θα δεις έναν άνθρωπο που με δυσκολία ζει. Να κάθεται σκυφτός και μαζεμένος σ'ένα παγκάκι στην άδεια πλατεία -'ντάξει, όχι άδεια, ο δήμαρχος έβαλε μία φάτνη έτσι να βρίσκεται. Κοιμάται άραγε; Ή να σκέφτεται τα χρόνια που πέρασαν, τα εύκολα και τα δύσκολα..;
Έχει πυκνά γένια και μακριά, τόσο που θα μπορούσαν από μόνα τους να σου πουν ιστορίες για τη ζωή του, για τα παιδιά του που ζουν στο εξωτερικό και για τον ανάπηρο πατέρα του στην πρόνοια του δήμου. 
Γι'αυτόν σήμερα είναι μία μέρα σαν όλες τις άλλες. Ή μήπως όχι και τόσο συνηθισμένη; Ακούει τα γέλια από την καφετέρια απέναντι  και θυμάται..
Πλάι του μοναχά μια ξεθωριασμένη μισοάδεια σακούλα από σούπερ μάρκετ -ποιος ξέρει αν θα του φτάσει μέχρι αύριο το μπαγιάτικο ψωμί.. Ποιος ξέρει πώς θα ξημερώσει γι'αυτόν αυτό το «αύριο». Φοράει σκούφο αγιοβασιλιάτικο -τι ειρωνεία.